You are here
Home > ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ > Η φαντασία στην εξουσία του Προέδρου Αναστασιάδη

Η φαντασία στην εξουσία του Προέδρου Αναστασιάδη

Του Αλέκου Μιχαηλίδη

Με τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

Ακόμα λοιπόν να καταλάβει ολόκληρος Πρόεδρος της Δημοκρατίας πως συμφωνίες νεκρών ηγετών δεν ενδιαφέρουν κανέναν όταν πρόκειται για την επιβίωση, την επιστροφή, την ελευθερία. Η μεγαλόστομη ομιλία του πάντως στη βουλή απέδειξε πως είναι επιεικώς ανίκανος να διαπραγματευτεί για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα όπως το Κυπριακό. Είναι επιεικώς ανήμπορος να είναι ξεκάθαρος απέναντι στον λαό όσον αφορά τις δυσκολίες των διαπραγματεύσεων και επιμένει να στηρίζεται σε εποικοδομητικές ασάφειες, που θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια στη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής και της κατοχής.

Και εξηγούμε: Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης επιλεκτικά ανάλωσε το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας του σε ιστορικά γεγονότα. Αφού ξεκαθάρισε πως «η σημερινή ενημέρωση δεν θα πρέπει να θεωρείται ως αφορμή για να ξεκινήσει μια δημόσια μεταξύ μας διαπραγμάτευση ή, το χειρότερο, αιτία για αχρείαστες αντιπαραθέσεις», λες και δεν είναι αυτό που πρέπει να γίνεται σε μια δημοκρατία, ο κ. Αναστασιάδης επέλεξε να επαναλάβει εαυτόν, αρχίζοντας την ομιλία του από τη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου που «πέτυχε» ο Πρόεδρος Μακάριος το 1977, όπου καθοριζόταν η διπεριφερειακή δικοινοτική ομοσπονδία ως βάση λύσης του Κυπριακού.

Προφανώς, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ξεκίνησε λάθος. Αν όντως ήθελε να αποδείξει πως «η ιστορία διδάσκει πως το ιδεατό είναι το εφικτό και πως ακόμα πλάνες που δημιουργήθηκαν στη βάση του ευκταίου το μόνο που απέφεραν ήταν εθνικές καταστροφές», θα μπορούσε να ξεκινήσει την ομιλία του από τις εκθέσεις Νιχάτ Ερίμ το 1956, οπόταν και έγιναν ξεκάθαρες οι τουρκικές θέσεις για δύο ζώνες (ή περιφέρειες) στην Κύπρο, για φυλετικούς ή εθνικούς διαχωρισμούς, για απαρτχάιντ, ούτως ώστε να καταδεικνυόταν «πόσο εσφαλμένη αλλά και επικίνδυνη είναι η δημιουργία ανέφικτων προσδοκιών».

Μπορούσε επίσης να ξεκινήσει την ομιλία του από τον ρόλο των Βρετανών, οι οποίοι ήταν οι πρώτοι που «επέβαλαν» το αλησμόνητο διαίρει και βασίλευε, που τώρα μετατρέπεται σε εκ των ων ουκ άνευ πολιτική όλων των κυπριακών κυβερνήσεων. Με τη διαφορά ότι θα βασιλεύει άλλος σ’ αυτήν τη διαίρεση. Μπορούσε, επίσης, να ξεκινήσει την ομιλία του από το ότι κάποτε η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία ήταν «οδυνηρός συμβιβασμός» (διά στόματος ακόμα και του ιδίου), ενώ τώρα μετατράπηκε σε ιδεολογία των δύο μεγάλων κομμάτων, παρά να συντηρήσει «ωραιοφανή συνθήματα» περί βάσης λύσης που μας απαλλάσσει τάχα από την κατοχή.

Δυστυχώς όμως, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, προτού μπει στο ζουμί της ενημέρωσης, επιχείρησε ένα ακόμα «σάλτο μορτάλε», προκειμένου να επαναλάβει ό,τι ακούγαμε κι από τους προκατόχους του: «Άλλοι συμφώνησαν τη ΔΔΟ, αυτή είναι η μόνη λύση». Λες κι οι Προέδροι εκλέγονται για να ακολουθούν τις «εντολές» των Εθνικών Συμβουλίων του 1977, του 1979 ή του 1989. Κατά την ιστορική του αναδρομή, ακόμα, ο Πρόεδρος θεώρησε φυσιολογικό το ότι «καθ’ όλη την διάρκεια της 11ετούς θητείας του Προέδρου Κυπριανού και παρά την ανακήρυξη της ούτω καλούμενης “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου” στις 15 Νοεμβρίου 1983, όχι μόνο δεν άλλαξε η βάση λύσης, αλλά και όλες οι διεθνείς πρωτοβουλίες και προτάσεις προς ανάλογον λύσιν απέβλεπαν». Εμείς δεν το θεωρούμε φυσιολογικό, καθώς, προφανώς, ο Ραούφ Ντενκτάς (που συμφώνησε στη ΔΔΟ) ήθελε να έχει έτοιμο το «κράτος» του για τη μετά λύση εποχή.

Αποποιούμενος των ευθυνών του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης προέβαλε και τα ψηφίσματα 649, 716 και 750 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που κάνουν λόγο για διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, για να φτάσει στα σχέδια Ανάν 1 και 2 του Γλαύκου Κληρίδη, καθώς και στο απορριφθέν σχέδιο Ανάν 5 του Τάσσου Παπαδόπουλου, ο οποίος, όπως σημείωσε, δεν απέρριψε ποτέ τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία. Παρέθεσε επίσης ομιλίες του Παπαδόπουλου, όπως επίσης και τη συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006, που αναφερόταν σε λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Επεσήμανε δε πως «η ονομαστική αναφορά στις θέσεις των έξι προκατόχων μου δεν γίνεται ως επίκληση για να δικαιολογήσω την ακολουθουμένη και σήμερα ιδίαν πολιτική», πράγμα που δεν έγινε διόλου αντιληπτό.

Ο Πρόεδρος αποθέωσε ακολούθως το ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου 2014, αφού δήλωσε πως ο τότε «Τουρκοκύπριος ηγέτης» κ. Ντερβίς Έρογλου είχε θέσεις «οι οποίες παρέπεμπαν σε συνομοσπονδιακό καθεστώς με πλήρη παραγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Ας μην αναλύσουμε ξανά το αλησμόνητο κοινό ανακοινωθέν, το οποίο ανάγει ίσως σε «δέσμευση» του ψευδοκράτους και της Άγκυρας ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, χωρίς να επεξηγεί και να ξεκαθαρίζει τις ασάφειες που περιέχει.

Απορούμε, επίσης, γιατί θεωρείται καλή η παράγραφος 3: «Οι εξουσίες της ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, καθώς και θέματα συναφή με τις καθορισμένες αρμοδιότητές της, θα ανατεθούν από το Σύνταγμα. Το ομοσπονδιακό σύνταγμα θα προνοεί επίσης ότι το κατάλοιπο εξουσίας θα ασκείται από τις συνιστώσες πολιτείες». Ποιος εγγυάται ότι δεν θα εκμεταλλευτεί η Τουρκία το «κατάλοιπο εξουσίας»; Έκανε ξανά σαφές ο Πρόεδρος, ενώπιον της βουλής των αντιπροσώπων, πως «μέσα από το Κοινό Ανακοινωθέν» ΔΕΝ «διασφαλίζονται οι βασικές δομές και οι συνταγματικές αρχές που θα διέπουν τη λειτουργία του υπό μετεξέλιξη κράτους».

«Θέλω, κυρίες και κύριοι, εξ αρχής να επισημάνω πως η ανάδειξη του κ. Ακιντζί στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας και τα νέα δεδομένα που δημιουργήθηκαν δεν ανέμενα ότι θα μας οδηγούσε σε μία κατάσταση που ο κ. Ακιντζί θα εκφράζει θέσεις που θα μας βρίσκουν σύμφωνους ή πως δεν θα επιδιώκει την ικανοποίηση των προσδοκιών της τουρκοκυπριακής κοινότητας», δήλωσε ο Πρόεδρος, αλλά γιατί διαφέρει από τον κ. Έρογλου ο νυν κατοχικός ηγέτης; Επειδή αποδέχτηκε το κοινό ανακοινωθέν;

Εν πάση περιπτώσει, αν τα «ωραιοφανή συνθήματα» που άκουσε η βουλή, περί εκτελεστικής, νομοθετικής, δικαστικής εξουσίας, περί βασικών ελευθεριών, περί ιθαγένειας και εποίκων αρκούν, τότε κάτι κάνουμε λάθος στην αφήγησή μας. Εξ άλλου, αν η συναντίληψη που υπάρχει για αυτές τις παραμέτρους είναι επί τη βάση του σχεδίου Ανάν, τότε δεν αντιλήφθηκαν το μήνυμα του λαού την 24η Απρίλη 2004. Ούτε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ούτε ο Μουσταφά Ακιντζί. Οι διαβεβαιώσεις περί διασφάλισης της μίας και μόνης διεθνούς προσωπικότητας, της μίας και μόνης ιθαγένειας, της μίας και μόνης κυριαρχίας είναι λόγια βαριά. Παρεμπιπτόντως, η απαίτηση των Τ/κ για εκ περιτροπής προεδρία είναι λόγος για να μη λυθεί το Κυπριακό, αυτό έπρεπε να πει ο Πρόεδρος στη βουλή.

Ακόμα, τα διάφορα περί άνω και κάτω βουλής, γερουσίας και πολιτικής ισότητας παραμένουν ασαφή, εφόσον μοιάζουν αιωρούμενα και όχι εντός ενός σχεδίου λύσης. Επίσης, η παρουσία ξένου δικαστή στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, αν δεν το αντιλαμβάνεται ο Πρόεδρος, δεν είναι κάτι θεμιτό για τον κυπριακό λαό. Αν η δικαιοσύνη θα είναι δέσμια επιδιαιτησίας και ομηρίας ξένων, καλύτερα να ξεκαθαριστεί ότι πρόκειται περί δημιουργίας νέας αποικίας και όχι περί ενός βιώσιμου και κοινού κράτους, Ε/κ και Τ/κ. Καλύτερα να μην αναφερθούμε στις τέσσερις βασικές ελευθερίες. Προς στιγμήν, δεν εγγυάται κανένας ότι θα θεσπιστούν είτε αναφορικά με τις περιουσίες είτε με τα πολιτικά δικαιώματα. Και ας επαναλάβουμε ότι η αναλογία τέσσερα προς ένα υπονοεί την παραμονή εποίκων στο «τουρκοκυπριακό συνιστών κρατίδιο», εκτός κι αν απελαθούν μερικές χιλιάδες Ελληνοκυπρίων. Έτσι θα τερματιστούν τα εγκλήματα πολέμου;

Ως προς το περιουσιακό, η φράση του Προέδρου («Θέλω επί πλέον να τονίσω πως, ενόψει της σύνδεσης του περιουσιακού με το εδαφικό, δεν είναι εφικτό να υπάρξει κατάληξη εάν δεν προηγηθεί ουσιαστική συζήτηση και οριστική ρύθμιση των εδαφικών αναπροσαρμογών») καλύπτει την άποψή μας πως παίζονται παιχνίδια εις βάρος των προσφύγων. «Έμποροι πίνουν το κρασί μας και κλέβουνε τη γη» και ο Πρόεδρος επιμένει να «πουλά» τις «θεραπείες» (επανεγκατάσταση, μερική αποκατάσταση, εναλλακτική αποκατάσταση, ανταλλαγή περιουσίας, αποζημίωση) ως πανάκεια για τη δικαίωση 200.000 προσφύγων. Αν είναι ποτέ δυνατόν.

Έχοντας επίγνωση του τι ενδιαφέρει την κοινωνία, δεν θεωρούμε πως αποτελεί αξιόπιστη διαβεβαίωση η «εξεύρεση πιθανών πηγών χρηματοδότησης των πτυχών της επιδιωκόμενης λύσης», γιατί, όπως φαίνεται, η Τουρκία δεν πρόκειται να πληρώσει ούτε κυριολεκτικά ούτε μεταφορικά. Οι ασάφειες συνεχίστηκαν στη βουλή και όσον αφορά το εδαφικό (που θα συζητηθούν τα κριτήρια ή που υπάρχουν σαφείς ανυποχώρητες θέσεις) και όσον αφορά το θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων.

«Είναι πασιφανές από τα όσα μέχρι τώρα έχω εκθέσει ότι υπήρξε σημαντική πρόοδος σε κάποια των υπό διαπραγμάτευση κεφαλαίων». Αν πρόοδος, κατά τον Πρόεδρο, είναι η συναντίληψη επί παραγράφων του σχεδίου Ανάν, τότε τα πράγματα είναι χειρότερα από όσο φαίνονται. Αν, επίσης, θα «δωροδοκήσουμε» την Τουρκία (τη χώρα που κατέχει παράνομα τη μισή μας πατρίδα) για να αποδεχτεί μια «λύση», τότε στραβά αρμενίζουμε. Αυτό αναδεικνύεται, πάντως, από τις ρητορικές ερωτήσεις του Προέδρου προς το τέλος της ομιλίας: «Μπορεί να πραγματωθούν οι στρατηγικοί σχεδιασμοί της Τουρκίας να καταστεί ενεργειακός κόμβος στην περιοχή χωρίς τη λύση του Κυπριακού; Μπορεί να πραγματωθούν οι όποιες ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας χωρίς την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος; Λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές παραμέτρους και συνέπειες από την αντιμετώπιση μίας σειράς θερμών αντιπαραθέσεων, είτε στο εσωτερικό είτε σε περιφερειακό επίπεδο (όπως: μεταναστευτικό, Κουρδικό, Συρία, Ιράκ, Ρωσία), θα είναι ή όχι προς όφελος της Τουρκίας ο τερματισμός συντήρησης 43 χιλιάδων κατοχικού στρατού; Θα είναι ή όχι προς όφελος της Τουρκίας ο τερματισμός συντήρησης ενός παράνομου καθεστώτος;» Αν δεν ήταν προς όφελος της Τουρκίας η συντήρηση του παράνομου καθεστώτος, θα το συντηρούσε, αλήθεια;

Κατά την ταπεινή μας άποψη, η ομιλία του Προέδρου στη βουλή των αντιπροσώπων, αλλά και ενώπιον ολόκληρου του κυπριακού Ελληνισμού, εκτός του ότι άφησε ανεξάντλητα αναπάντητα ερωτήματα, τεράστιες ασάφειες ως προς τη «λύση» που συζητείται, θύμιζε και προεκλογικό λόγο, όπως δείχνουν τα επίσης ρητορικά ερωτήματα του τελευταίου σκέλους: «Υπάρχει άλλη από την επιλογή της συνέχισης και εντατικοποίησης της προσπάθειας ώστε το συντομότερο να απαλλαγούμε από την κατοχή και να επανενώσουμε την πατρίδα μας; Υπάρχει άλλος τρόπος ανάκτησης εδαφών ή επιστροφής περιουσιών; Υπάρχει άλλη επιλογή ανάσχεσης του εποικισμού; Υπάρχει άλλη οδός αποτροπής της μετατροπής του κατεχόμενου τμήματος σε τουρκική επαρχία; Υπάρχει άλλη μέθοδος διασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κατοχύρωσης των τεσσάρων ελευθεριών, με πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε όλη την επικράτεια της χώρας; Υπάρχει άλλη μέθοδος διάσωσης της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς;» Πόσες ηθικολογίες να αντέξει ένας τόπος;

«Θα το επαναλάβω, κανενός οι ώμοι δεν είναι ικανοί να σηκώσουν το βάρος ενός προβλήματος που αφορά την τύχη του κυπριακού Ελληνισμού ή το μέλλον του συνόλου του λαού και της χώρας». Θα συμφωνήσουμε με τον Πρόεδρο, ξεκαθαρίζοντας ότι η χθεσινή του «ενημέρωση» μας αφήνει παντελώς ανικανοποίητους όσον αφορά όχι μόνο τις εν εξελίξει συνομιλίες, αλλά και ως προς τις προσδοκίες που ο ίδιος δημιούργησε στον λαό περί της λύσης. Ευτυχώς, εν αντιθέσει με τον Πρόεδρο, όπως αποδείχτηκε και από την ομιλία του, εμείς αναγνωρίζουμε ότι ο κύριος υπεύθυνος της κυπριακής τραγωδίας είναι η Τουρκία και ότι το εθνικό μας πρόβλημα είναι η κατοχή. Κάτι το οποίο αγνόησε στην ομιλία του ο κ. Αναστασιάδης που επιμένει να συντηρεί προσδοκίες και να ζητά βοήθεια για το οριστικό «κλείσιμο» όχι μόνο του Κυπριακού, αλλά μάλλον και του κυπριακού Ελληνισμού. «Η αξίωση της κοινωνίας», λοιπόν, ως όφειλε να γνωρίζει ο Πρόεδρος του 57, 48%, δεν είναι μόνο το «κοινό όραμα της απελευθέρωσης της πατρίδας μας» (που δεν διαφαίνεται από την ομιλία στη βουλή), αλλά η λευτεριά, εκείνη που θα θέτει ξανά το νησί στο ύψος του, εκείνη που θα εγγυάται την επιστροφή όλων των προσφύγων στα σπίτια τους (χωρίς κριτήρια και θεραπείες), εκείνη που θα επαναφέρει όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα σε τούτο τον καταραμένο τόπο. Όσον αφορά τον Πρόεδρο, δεν φαίνεται να εργάζεται προς εκείνη την κατεύθυνση, με ή χωρίς τον Ακιντζί. Αλλιώς θα απέφευγε τις ιστορικές αναδρομές, τις διαβεβαιώσεις, τις δεσμεύσεις, τις διδαχές και τις ρητορείες, αποδεικνύοντας πως ουδεμία νομιμοποίηση έχει να διαπραγματεύεται το μέλλον μας, πως ουδεμία επικοινωνία έχει με τις αξιώσεις και τις αγωνίες μιας κοινωνίας προσφύγων…

Top