Του Αλέκου Μιχαηλίδη
Ποτέ, ποτέ με δάκρυα
δεν έβρεξεν εκείνος
των φίλων του το μνήμα,
ούτε το χώμα εφίλησε
των συγγενών του.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ
Γενεύη 1824
Αν παρακολουθούσε κανείς την άφιξη του Προέδρου Αναστασιάδη στο αεροδρόμιο της Λάρνακας, από όπου θα αναχωρούσε για τη Γενεύη της Ελβετίας και τις κρίσιμες διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, θα μπορούσε να αντιληφθεί επαρκώς πώς δημιουργούνται οι φιλοδοξίες ενός ηγέτη 800.000 ψυχών. Η έπαρση του ΠτΔ και η ψευδαίσθηση ότι χαιρετούσε «πλήθη» και όχι 10-15 υποστηρικτές του, υπό άλλες περιστάσεις δεν θα ήταν προϊόντα συζήτησης, αλλά μπροστά στη σκέψη πως ο ίδιος βαδίζει στις ήδη εν εξελίξει συνομιλίες με αυτή τη λογική, πρέπει να συζητηθούν.
Διότι, αφενός μπορεί να έλαβε εκείνο το αλήστου μνήμης 57% το 2013 μετά την απείρου κάλλους διακυβέρνηση του Δημήτρη Χριστόφια, αφετέρου όμως συνέβησαν πολλά από τότε και σαφώς δεν εμπίπτουν όλα στη μικροπολιτική σφαίρα της κυπριακής καθημερινότητας, Όπως έγραφε, άλλωστε, και ο Μιχάλης Ιγνατίου στον Φιλελεύθερο: «Μας αναγκάζετε να ανησυχούμε, και είμαστε πλέον στα όριά μας. Τι να σας πω; Ότι δεν σας έχει εμπιστοσύνη ο λαός αναφορικά με το εθνικό θέμα; Είναι κάτι που γνωρίζετε…» Μπορεί, λοιπόν, αυτά να μην έχουν τόση σημασία, ειδικά σε όσους σκίζουν τα ιμάτιά τους για το ότι μόνο ο ΠτΔ μπορεί να διαχειρίζεται το Κυπριακό (όταν ήταν ο Τάσσος ήθελαν άλλους διαπραγματευτές), αλλά δεν μπορεί ένας ηγέτης να προσέρχεται σε τόσο κρίσιμες διαπραγματεύσεις με τη στάση «κλείνω τα αυτιά μου στις σειρήνες». Ποιες σειρήνες;
Εν πάση περιπτώσει, οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, να ο τρόμος. Τα κόκκινα χαλιά στήθηκαν, οι φωτογραφίες δίνουν και παίρνουν, οι πόζες προβάρονται, τα χαμόγελα λάμπουν… σε πλήρη αντίθεση με την αγωνία που κατακρεουργεί όσους έμειναν στην Κύπρο, εδώ που τα ζητήματα ξεκαθαρίζουν με ένα απλό βλέμμα στον βορρά. Όλοι, πάντως, είναι αισιόδοξοι. Όλοι εκτός από τις χιλιάδες λαού που πραγματικά απορούν πώς, μέσα σε δυο μέρες και έξι συναντήσεις, θα εξαχθεί μια βιώσιμη συμφωνία ούτως ώστε να συζητηθεί την Πέμπτη η ασφάλεια της «νέας Κύπρου», στο ίδιο τραπέζι και στο ίδιο ύψος με την κατοχική δύναμη. Όλοι, με τα κοστούμια και τα χαμόγελά τους, φανερά απομακρυσμένοι από τις ανάγκες και τις κόκκινες γραμμές των θυμάτων αυτής της κατάστασης, της εισβολής, της κατοχής, του στάτους κβο, της τουρκοποίησης. Όλοι έναντι κενών, δήθεν προσδοκιών, «έναντι της ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της».
Πάντως και πράγματι, το Κυπριακό ξεπερνά τόσο τον Αναστασιάδη όσο και τον Ακιντζί. Τόσο τα κόκκινα χαλιά όσο και τα χαμόγελα. Πίσω από αυτούς και αυτά βρίσκονται οι ανάγκες του λαού. Οι ανάγκες που προϋποθέτουν μια άνευ όρων αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, έναν άνευ όρων πλήρη τερματισμό των τουρκικών εγγυήσεων. Ούτως ώστε, να μην φτάσουμε σε σημείο να καρτερούμε τον Ερντογάν για την τελική απόφαση, όπως φαίνεται να συμβαίνει τούτη τη στιγμή στη Γενεύη, άσχετα με τις εκκρεμότητες, οι οποίες παραμένουν «εκκρεμότητες» μετά από 20 μήνες διαλλακτικών διαπραγματεύσεων. Φτάνει, επομένως, χαμόγελα και κόκκινα χαλιά, αισιοδοξίες και προσδοκίες. Είμαστε «με αυτούς που ρωτάνε», θα επαναλάμβανε στεντόρεια ο Χατζιδάκις. Είναι έτοιμος ο Πρόεδρος, οι διαπραγματευτές, όσοι τον στηρίζουν, όσοι ταξίδεψαν μαζί του, να σταθούν στο ύψος (όχι το δικό τους) των χιλιάδων προσφύγων που αγωνιούν, που δεν αισιοδοξούν (42 χρόνια μετά), που δεν λαμβάνουν τη «γαλήνη» του Παλατιού των Εθνών; Είναι έτοιμοι να πιάσουν τον Ακιντζί από το αυτί και να τον κάνουν να καταλάβει ότι η Κύπρος δεν θα γίνει παραπέτασμα του Ερντογάν; Είναι έτοιμοι να στείλουν το μήνυμα στον νεοσουλτάνο της Άγκυρας να ξεκουμπιστεί μια για πάντα από το νησί, με τα κατοχικά στρατεύματά του; Αν όχι, καλύτερα να επιστρέψουν σήμερα. Διότι, οι ανάγκες των πολλών δεν ευθυγραμμίζονται με τις φιλοδοξίες των λίγων. Εδώ έγιναν και γίνονται εγκλήματα. Θα το φωνάξει κανένας στο Παλάτι των Εθνών ή είναι τόσος ο ενθουσιασμός του ταξιδιού που υπερκαλύπτει και λησμονεί την ιστορία, το δίκαιο και την αξιοπρέπεια των χιλιάδων που έμειναν πίσω; Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία… Τολμάτε;